Το 1994, ο Κινέζος σκηνοθέτης Wong Kar–Wai, ιδιαιτέρως αγαπητός στην Ευρώπη, έμελλε να γυρίσει τη ταινία που τελικά τον καθιέρωσε στα κινηματογραφικά δρώμενα ως έναν από τους σημαντικότερους και πλέον πρωτοποριακούς νέους σκηνοθέτες.
Ο Kar-Wai γυρίζει το Chungking Express αμέσως μετά το τέλος των γυρισμάτων μιας ταινίας που τον ταλαιπώρησε αρκετά, παρόλο που ο ίδιος παραδέχτηκε αργότερα πως κατέχει πάντοτε μια ξεχωριστή θέση για αυτόν, καθώς την κατατάσσει στις περισσότερο προσωπικές του: ο λόγος για τη ταινία εποχής, Ashes of the time.
Τα γυρίσματα αλλά και η σεναριογραφία του Chungking Express αποτέλεσαν μια αρκετά πιο ξεκούραστη εμπειρία και η προετοιμασία της διήρκεσε μόλις τρεις μήνες. Είναι χαρακτηριστικό πως τις περισσότερες φορές, ο Kar-Wai συνέγραφε το σενάριο της ταινίας την ημέρα και το ίδιο βράδυ γύριζε τις ανάλογες σκηνές. Οι ρυθμοί του ήταν φρενήρεις, καθώς ο ίδιος πίστευε πως κατά αυτό τον τρόπο κατάφερνε να προσεγγίσει και τους ρυθμούς ζωής του Hong Kong, της πόλης όπου εκτυλίσσεται και η υπόθεση αυτής της ταινίας του σκηνοθέτη.
Το Chungking Express έχει οπωσδήποτε μια ποιητική διάθεση με τις περισσότερες από τις σκηνές του να είναι γυρισμένες νύχτα. Ο σκηνοθέτης καταπιάνεται κι εδώ σχολαστικά με κάποια από τα πλέον αγαπημένα του ζητήματα: τον έρωτα, το ανέφικτο, το πέρασμα του χρόνου και την νοσταλγία. Είναι χαρακτηριστικό πως σε κάποια στιγμή ένας από τους ήρωες της ταινίας αναρωτιέται σε μορφή εσωτερικού μονολόγου, αν οι αναμνήσεις έχουν στην πραγματικότητα ημερομηνία λήξης όπως και όλα τα υπόλοιπα πράγματα στον κόσμο. Κι αν έχουν, τότε εύχεται να διαρκούν μερικούς αιώνες.
Η ταινία αποτελείται από δύο ιστορίες που δε σχετίζονται άμεσα μεταξύ τους, ωστόσο ο ρυθμός τους ταιριάζει και γίνεται εύκολα κατανοητό στο θεατή πως η μία ιστορία δε θα ήταν δυνατό να υπάρξει χωρίς την άλλη – πράγμα που επιτυγχάνεται μέσω της δεξιοτεχνίας του σκηνοθέτη. Η σκηνοθετική προσέγγιση στις δύο ιστορίες φαίνεται πως διαφέρει στα σημεία, ωστόσο η ταινία καταφέρνει να μην προκαλέσει ούτε μια στιγμή αμηχανίας στον θεατή, αφού όλα φαίνονται να δένουν αρμονικά μεταξύ τους και οι στόχοι του σκηνοθέτη, καθώς και το τι επιζητεί να προσφέρει μέσω της κάθε ιστορίας, είναι αρκετά φανερό.
Στην πρώτη ιστορία, βλέπουμε έναν νεαρό αστυνομικό που έχει προσκολληθεί εμμονικά στο χωρισμό του από μια κοπέλα, για την οποία ο θεατής δε χρειάζεται να μάθει περισσότερα. Ο νεαρός κινείται στο νυχτερινό Χονγκ Κονγκ μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας έχοντας δώσει νοερά προθεσμία ενός μήνα για το γυρισμό της και αγοράζοντας κονσέρβες ανανά που της άρεσαν με ημερομηνία λήξης την πρώτη μέρα του καινούριου μήνα. Στην πορεία της ταινίας συναντά μια γυναίκα του περιθωρίου, η οποία είναι μπλεγμένη σε μια ιστορία ανταλλαγής ναρκωτικών και επιδιώκει να περάσει λίγη ώρα μαζί της και να κερδίσει τη συμπάθειά της. Η μυστηριώδης γυναίκα κυκλοφορεί με καμπαρντίνα, γυαλιά ηλίου και ξανθιά περούκα θυμίζοντας κάτι από Γκρέτα Γκάρμπο και μέχρι το τέλος της ιστορίας τίποτα δε γίνεται γνωστό για την πραγματική της ταυτότητα, καθώς στο επίκεντρο βρίσκεται μονάχα το προσωπείο της. Η σκηνοθεσία της συγκεκριμένης ιστορίας είναι αρκετά γρήγορη και καταφέρνει να αποδώσει τους ρυθμούς και το σκοτεινό, συχνά άχαρο, πρόσωπο της μεγαλούπολης. Είναι δεδομένο και χαρακτηριστικά της σκηνοθεσίας του Kar-Wai πως τα στοιχεία φιλμ νουάρ, τα πλάνα αργής κίνησης, η χαοτική κίνηση στους δρόμους της πόλης, η λήψη με κάμερα στο χέρι και στοιχεία που θυμίζουν έντονα την κοσμοθεωρία του Γκοντάρ (Jean–Luc Godard γενν: 1930) είναι διάχυτα σε όλο το εύρος της ταινίας.
Η δεύτερη ιστορία αφορά έναν άλλο αστυνομικό (με τον αριθμό 663) που ταλανίζεται εξ αιτίας του χωρισμού του από μια αεροσυνοδό. Όλα αλλάζουν στη ζωή του τη στιγμή που γνωρίζει την καινούρια πωλήτρια της καντίνας στην οποία συχνάζει, μια ονειροπόλα κοπέλα που ονειρεύεται να επισκεφτεί την Καλιφορνία (ακούγοντας συνεχώς το ονειρικό California dreaming των Mamas & Papas) και της αρέσει να έχει την μουσική δυνατά για να μην σκέφτεται. Η κοπέλα ερωτεύεται τον νεαρό αστυνομικό κεραυνοβόλα και προσπαθεί να βελτιώσει τη ζωή του ξεκινώντας από το διαμέρισμά του.
Το δεύτερο μέρος της ταινίας είναι αρκετά πιο ρομαντικό, η σκηνοθεσία πιο ‘’σταθερή’’, το California Dreaming που παίζει συνολικά σε εννιά λεπτά της ταινίας την καθιστά πολύ πιο ατμοσφαιρική, ενώ το τέλος της ιστορίας καταφέρνει να αφήσει στους θεατές με μία εξαιρετικά γλυκιά αίσθηση και μια ελπίδα για το μέλλον – πράγμα που συμβαίνει σπάνια στις ταινίες του εν λόγω σκηνοθέτη.
Cast: Brigitte Lin, Tony Chiu-Wai Leung, Faye Wong, Takeshi Kaneshiro
I enjoyed this. Thank you.