
Μεσάνυχτα στο Παρίσι (2011)
Είδος: Κομεντί
Χώρες Παραγωγής: Ισπανία, Γαλλία, ΗΠΑ
Διάρκεια: 94 λεπτά
Χρώμα: Έγχρωμη
Σενάριο – Σκηνοθεσία: Γούντι Άλεν
Πρωταγωνιστούν: Όουεν Γουίλσον, Λέα Σεϊντού, Ρέιτσελ Μακ Άνταμς κ.α.
Ο Γκιλ, ένας χολιγουντιανός σεναριογράφος, που προσπαθεί να κάνει δημιουργική στροφή γράφοντας ουσιαστικά το μυθιστόρημα της ζωής του, καταφθάνει στο Παρίσι με την αρραβωνιαστικιά του, Ινέζ και τους γονείς της που εκπροσωπούν απόλυτα την τυπική αμερικανική οικογένεια. Γρήγορα γίνεται αντιληπτό πως το ζευγάρι αντιμετωπίζει με τρόπο διαφορετικό την πόλη του φωτός: εκείνος θέλει να εξερευνήσει τους δρόμους και τα σοκάκια της στη βροχή, εκείνη προτιμά τα ταξί. Εκείνος θέλει να τη ξεναγήσει στα μέρη που έζησαν μερικοί από τους ήρωες του: ο Ντιντερό, ο Μπωντλαίρ, ο Φιτζέραλντ και ο Χέμινγουεϊ, ενώ εκείνη προτιμά τα ψώνια στα ακριβά καταστήματα της πόλης και το σχεδιασμό του λαμπερού, επερχόμενου γάμου τους. Εκείνος θα προτιμούσε να μετακομίσουν στο Παρίσι μετά το γάμο τους και να μείνουν σε μια σοφίτα, εκείνη δεν μπορεί να ζήσει μακριά από την Αμερική. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους, συναντούν τον Πολ με τη σύζυγο του. Ο Πολ δεν ενσαρκώνει τίποτα περισσότερο από έναν ψευτο-διανοούμενο ακαδημαϊκό. Η Ινέζ γοητεύεται από την προσωπικότητα και τα σχόλια του επάνω στους Γάλλους καλλιτέχνες, ενώ η κατάσταση βαραίνει περισσότερο για τον Γκιλ που δείχνει να μην αντέχει τον νεοπλουτισμό και την κενότητα των φίλων της μνηστής του.

Σε μια νυχτερινή του βόλτα και αφού το ρολόι έχει σημάνει μεσάνυχτα, κάτι πρωτόγνωρο συμβαίνει – κάτι που μόνο τα μεσάνυχτα μπορεί να συμβεί! Ένα αμάξι εμφανίζεται διά μαγείας και τον μεταφέρει στο Παρίσι σε μιαν άλλη εποχή – σε ένα παρελθόν που έχει χαθεί για πάντα, σε μιαν εποχή με έναν λυρισμό κι έναν ρομαντισμό που δεν υπάρχει, τουλάχιστον για τον ήρωα μας, στη σύγχρονη εποχή. Έκτοτε, ο Γκιλ μεταφέρεται κάθε βράδυ, ακριβώς τα μεσάνυχτα, στο Παρίσι των αρχών του 20υ αιώνα και γίνεται φίλος με τους καλλιτέχνες της εποχής: Πικάσο, Χέμινγουεϊ, Πόρτερ, Στάιν, Νταλί, Φιτζέραλντ. Ο Γκιλ βρίσκει την ευκαιρία να μιλήσει για το έργο, τις ιδέες και τις πεποιθήσεις του, να ερωτευτεί και να αισθανθεί ζωντανός έπειτα από πολύ καιρό.
Ο Γούντι Άλεν, εν έτει 2011 και στα 76 του χρόνια, σκηνοθετεί μια πραγματικά καλή και προσεγμένη ταινία έπειτα από αρκετά χρόνια και κάμποσες ταινίες που κινήθηκαν επιεικώς στα όρια του μετρίου. Όμως αυτή τη φορά καταφέρνει κάτι διαφορετικό πλέκοντας το εγκώμιο του Παρισιού – όπως είχε κάνει στα τέλη του ’70 με το Μανχάταν στην ομώνυμη ταινία. Με την άψογη φωτογραφία της ταινίας και τα φωτεινά πλάνα, από τον σκηνοθέτη, των χαρακτηριστικότερων σημείων του Παρισιού, η ταινία καταφέρνει να παρουσιάσει την πόλη στην εξιδανικευμένη φυσικά μορφή της – κάτι που ο Άλεν προφανώς γνωρίζει κι ήταν μάλλον αυτό στο οποίο αποσκοπούσε εξ αρχής. Έτσι, δεν είναι πως στην ταινία βλέπουμε το Παρίσι της καθημερινότητας και της ρουτίνας. Αντιθέτως, βλέπουμε την πόλη των ρομαντικών και των καλλιτεχνών, βλέπουμε την πόλη για την οποία γράφτηκαν ποιήματα και ονειρικές μελωδίες. Το Παρίσι λειτουργεί σχεδόν συμβολικά για να μας επιστρέψει σε ένα εξιδανικευμένο παρελθόν, εν αντιθέσει με την Νέα Υόρκη που, από την οπτική του σκηνοθέτη, παρουσιάστηκε περισσότερο ρεαλιστική και σχεδόν κυνική.
Συνοπτικά, ο Άλεν δημιουργεί μια τρυφερή ταινία και σχεδόν αυτοσαρκάζεται καθώς ο ίδιος συνομιλεί μέσω του Γκιλ (που προφανώς θα είχε ερμηνεύσει ο ίδιος, αν ήταν μερικές δεκαετίες νεότερος) με τους προσωπικούς του ήρωες, με τους δικούς του μύθους που παρουσιάζονται πιστοί στα όποια κλισέ τους έχουν προσδώσει ο χρόνος και η ιστορία – πίνοντας, μεθώντας, δημιουργώντας κι ευφυολογώντας στα μπαρ του Παρισιού.
Τελικά, η ταινία τελειώνει αφήνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα: ότι ο κόσμος μας χωρίζεται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά εκείνους που δεν αντέχουν τη βροχή και αγαπούν το Παρίσι για τα μαγαζιά του και η δεύτερη είναι για όσους περπατούν στη βροχή και γίνονται μούσκεμα αναζητώντας τον έρωτα και την ουσία της ζωής τους και περιμένουν το ρολόι να σημάνει μεσάνυχτα κάθε βράδυ με αμείωτη λαχτάρα.
εξαιρετικο κειμενο!!! Παντα λεω θα τη δω και όλο την αναβαλω να μια αφορμή!!😊
Σε ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο σου, Σίσσυ!
Να τη δεις οπωσδήποτε! Την παρακολούθησα ξανά χθες το βράδυ και στάθηκε αδύνατο το να μη γράψω γι’αυτή… αναμένω άποψη! 🙂
Καλή εβδομάδα να έχεις!
ωραιααα μολις τη δω θα σου πω την αποψη μου!!Καλη βδομάδα να ‘χουμε 😊