Site icon artville.

Διπλωματική εργασία: οδηγός επιβίωσης

Advertisements

Το σημερινό μου άρθρο αφορά όλους εκείνους τους φοιτητές που βρίσκονται ή πρόκειται να βρεθούν σύντομα αντιμέτωποι με τη δύσκολη διαδικασία της εκπόνησης μιας διπλωματικής εργασίας. Αφορμή για αυτό στάθηκε η προσωπική μου εμπειρία, αφού μόλις τέλειωσα τη συγγραφή της δικής μου διπλωματικής κι μου έχει πια μείνει μόνο η διαδικασία της παρουσίασης. Γι’αυτό εξάλλου και λόγω του υπερβολικού φόρτου έρευνας, αναγκάστηκα να πάρω ένα διάλειμμα διαρκείας από το blog που έμελλε να κρατήσει σχεδόν δύο μήνες. Έτσι, το να επιστρέψω με ένα τέτοιο άρθρο μού φάνηκε καλή ιδέα.

Ο τίτλος μπορεί να είναι εν μέρει χιουμοριστικός, ωστόσο στο σημερινό άρθρο θα ήθελα σαφέστατα να εστιάσω στις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εκπόνηση μιας διπλωματικής στη ψυχική μας υγεία – κυρίως για να τονίσω ότι κανείς δεν είναι μόνος του σ’αυτό. Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν το εξής: η κατάθλιψη και οι κρίσεις άγχους είναι πραγματικές και συμβαίνουν συχνότερα απ’όσο νομίζουμε. Κι αν έχετε αισθανθεί κάπως έτσι, ακόμα και αν δεν μπορείτε να το προσδιορίσετε απόλυτα, προσπαθήστε να θυμάστε ότι δεν είστε ούτε οι πρώτοι, ούτε οι τελευταίοι. Δεν μιλάω βέβαια μόνο βάσει της προσωπικής μου εμπειρίας. Κάνοντας μία μικρή αναζήτηση στο διαδίκτυο, ανακάλυψα δεκάδες έρευνες που καταδεικνύουν τις αξιοσημείωτες επιπτώσεις της εκπόνησης μίας πανεπιστημιακής εργασίας σε πάμπολλους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς φοιτητές. Για παράδειγμα σε άρθρο του 2020 αναφέρεται ότι ανάμεσα σε περισσότερους από 3.500 φοιτητές στο Βέλγιο, ο ένας στους δύο διδακτορικούς φοιτητές βιώνει συναισθήματα άγχους και θλίψης που δυνητικά μπορεί να οδηγήσουν σε κατάθλιψη.

Οι αιτίες μπορεί να είναι βέβαια πολλές. Καταρχάς όσοι έχουμε περάσει από αυτή τη διαδικασία, ξέρουμε πως σε πολλές περιπτώσεις νιώθουμε ότι βιώνουμε την μέρα της μαρμότας – δηλαδή η κάθε μέρα μοιάζει με βαρετή επανάληψη της προηγούμενης που αποτελείται από το τρίπτυχο της έρευνας, της συγγραφής και του άγχους. Καθώς βρισκόμαστε σε αυτή τη λούπα είναι δυνατόν να νιώσουμε ότι το πράγμα δεν προχωράει – ή ότι οι ρυθμοί εξέλιξης είναι εξαιρετικά αργοί. Μία τέτοια αίσθηση ενισχύει τα συναισθήματα απογοήτευσης και ψυχικής εξάντλησης. Άλλοτε πάλι αφοσιωνόμαστε σε υπερβολικά μεγάλο βαθμό στην εργασία μας, τόσο που αγνοούμε άλλες πτυχές της ζωής μας, όπως είναι οι σχέσεις μας με τους άλλους, τα χόμπι και η φυσική μας υγεία. Όταν λοιπόν παγιδευόμαστε, σε ορισμένες περιπτώσεις ασυνείδητα, σε μία τέτοια κατάσταση που περιλαμβάνει τη διαρκή έρευνα και συγγραφή, τότε αρχίζουμε να αισθανόμαστε τα συναισθήματα άγχους και θλίψης πολύ πιο έντονα, αφού δε βρίσκουμε διέξοδο σε κάτι και δε χαλαρώνουμε. Είναι απολύτως λογικό το σώμα και το πνεύμα μας να εξαντλούνται, όταν δε δίνουμε τον απαραίτητο χώρο και χρόνο στον εαυτό μας για να ξεκουραστεί.

Σε αυτό το σημείο θα αναφέρω μία τελευταία αιτία που είναι ωστόσο εξίσου σημαντική με τις προηγούμενες και σχετίζεται με το θέμα της εργασίας ή/και τον επιβλέποντα καθηγητή. Δηλαδή υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες το θέμα με το οποίο επιλέξαμε να καταπιαστούμε αποδεικνύεται περισσότερο δύσκολο απ’όσο αρχικά περιμέναμε. Πιθανώς να αποδεικνύεται δύσκολη η εύρεση πηγών ή βιβλιογραφίας επάνω σ’αυτό ή το θέμα να εξαντλείται γρηγορότερα απ’όσο ελπίζαμε. Από την άλλη, ακόμα κι αν το θέμα πηγαίνει καλά, η έλλειψη υποστήριξης ή επικοινωνίας με τον καθηγητή ή την καθηγήτρια που επιβλέπει την εργασία μας μπορεί να επιδράσει αρνητικά στη ψυχολογία μας και να επιδεινώσει συναισθήματα άγχους και θλίψης που πιθανώς ήδη υπάρχουν. Ας μη ξεχνάμε άλλωστε ότι τα προϋπάρχοντα εμφανίζονται σε συνδυασμό με την αγωνία που ήδη έχουμε για το τελικό αποτέλεσμα και την έκβαση της ερευνητικής μας εργασίας.

Σε κάθε περίπτωση η εκπόνηση μίας διπλωματικής εργασίας είναι μία αρκετά πολύπλοκη διαδικασία και το γεγονός ότι διαρκεί μήνες αυξάνει τις πιθανότητες να μας προκαλέσει, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ψυχική εξάντληση. Χωρίς να διαθέτω ιδιαίτερες γνώσεις πάνω στη ψυχολογία, θεωρώ πως είναι σημαντικό να γνωρίζουμε πως δεν είμαστε μόνοι μας σ’αυτό.

Τα συμπτώματα φυσικά ποικίλλουν από άνθρωπο σε άνθρωπο και αφορούν πτυχές τόσο της φυσικής, όσο και της πνευματικής μας υγείας. Δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι φοιτητές να αισθάνονται συναισθήματα θλίψης, απόγνωσης και απελπισίας, να εμφανίζουν διαταραχές ύπνου κι άγχους, να επηρεάζεται αρνητικά η κοινωνική τους ζωή, να καταβάλλονται από κρίσεις πανικού, να μη βρίσκουν πλέον το κίνητρο για να συνεχίσουν να δουλεύουν πάνω στην έρευνά τους. Η λίστα φυσικά δεν περιορίζεται μόνο σε αυτά, με τα προαναφερθέντα να αποτελούν απλώς ορισμένα παραδείγματα.

Ας δούμε όμως τι μπορούμε να κάνουμε για να βελτιώσουμε λίγο την κατάσταση:

Το καταλαβαίνω ότι σε πολλές περιπτώσεις η πρώτη μας αντίδραση όταν αισθανόμαστε παράξενα είναι να αγνοήσουμε όσα νιώθουμε. Συχνά θεωρούμε ότι με το να «κρατήσουμε» τα συναισθήματά μας μέσα μας, στο τέλος θα αισθανθούμε καλύτερα. Δυστυχώς στην πλειοψηφία των περιπτώσεων δε γίνεται να ξεπεράσουμε με τόση ευκολία τα αρνητικά μας συναισθήματα. Ας μιλήσουμε λοιπόν σε ανθρώπους που εμπιστευόμαστε, ας ανοιχτούμε και ας είμαστε αληθινοί με ό,τι μας συμβαίνει για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τη δυσχέρεια της κατάστασης πιο εύκολα και πιο γρήγορα. Ακόμα και το να ζητήσουμε τη βοήθεια ειδικού δεν είναι υπερβολικό. Αφορά αποκλειστικά εμάς και το πως αισθανόμαστε ότι θα μπορέσουμε να χειριστούμε καλύτερα την κατάσταση.

Για τα οφέλη του journaling (δηλαδή: η καταγραφή των σκέψεων μας σε ένα τετράδιο) έχω αναφερθεί σε προηγούμενο μου άρθρο.

To να γράφουμε σχετικά με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας είναι δυνατόν να λειτουργήσει ευεργετικά. Μέσω του γραψίματος θα έρθουμε σε περισσότερο στενή επαφή με όσα νιώθουμε και θα είμαστε σε θέση να βάλουμε τις σκέψεις μας σε μία σειρά πιο εύκολα. Μπορεί ακόμα και να λειτουργήσει ως ένα μέσο εκτόνωσης κι έτσι να αισθανθούμε καλύτερα. Αποδεδειγμένα η χρήση ημερολογίου βοηθά τόσο στη διαχείριση του άγχους, όσο και την αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων που μπορεί να μας καταβάλλουν.

Η δύναμη της οργάνωσης είναι συχνά υποτιμημένη. Το να διατηρούμε το χώρο στον οποίο δουλεύουμε, συνήθως ένα γραφείο, τακτοποιημένο και οργανωμένο, είναι αρκετό σε ορισμένες περιπτώσεις για να μας δώσει την ώθηση που χρειαζόμαστε, προκειμένου να δουλέψουμε πάνω στην εργασία μας. Ας μη ξεχνάμε ότι στο γραφείο μας, πέραν ενός υπολογιστή, χρειαζόμαστε μόνο τα απαραίτητα: λευκές κόλλες ή τετράδια στα οποία κρατάμε τις σημειώσεις μας, βιβλία που είναι απαραίτητα στην έρευνά μας, λίγα μολύβια και στυλό και πιθανώς κάτι που μας εμπνέει ή μας φτιάχνει τη διάθεση. Αυτό μπορεί να είναι μία φωτογραφία ενός ανθρώπου που θαυμάζουμε, κάποια φυτά εσωτερικού χώρου, ή κάποια λόγια που μας εμπνέουν. Για παράδειγμα, στον τοίχο πάνω από το γραφείο μου έχω ένα κολάζ φωτογραφιών που μου φτιάχνει τη διάθεση και ταυτόχρονα με εμπνέει για να γράψω. Οπότε αναρωτηθείτε τι είναι αυτό που θα σας άρεσε να βλέπετε την ώρα που δουλεύετε.

Η οργάνωση χρόνου είναι εξίσου σημαντική. Το να δουλεύουμε πάνω στην εργασία μας ακατάστατα και δίχως να έχουμε συγκεκριμένο πρόγραμμα κατά πάσα πιθανότητα θα αποδώσει λιγότερο από το αν αποφασίσουμε να αφιερώσουμε συγκεκριμένες ώρες της ημέρας στην εργασία μας. Αυτό βέβαια εξαρτάται από το πρόγραμμα του καθενός, αλλά και από τις ώρες της ημέρας κατά τις οποίες νιώθει κανείς ότι αποδίδει καλύτερα, αφού ως γνωστόν υπάρχουν άνθρωποι που αποδίδουν καλύτερα το πρωί, ενώ άλλοι κατά τις βραδινές ώρες. Ας μη ξεχνάμε φυσικά πως όταν μιλάμε για μία διπλωματική εργασία, δεν εννοούμε μόνο τη συγγραφή της, αλλά και την αναζήτηση πηγών, την έρευνα, τις σημειώσεις, το χτίσιμο της δομής, τη διόρθωση όσων έχουμε ήδη γράψει, τις βιβλιογραφικές παραπομπές. Άρα είναι ασφαλές να πούμε ότι θα ήταν καλό να είμαστε σε θέση να αφιερώνουμε στην εργασία μας 3 με 4 ώρες ημερησίως αναλόγως  βέβαια των δυνατοτήτων και του υπόλοιπου προγράμματός μας.

Όσο πιο πολύ δουλεύουμε, τόσο πιο απαραίτητη γίνεται η δυνατότητα συχνών διαλειμμάτων. Τα διαλείμματα ωφελούν τόσο τη σωματική, όσο και την πνευματική μας υγεία. Το να «ξεκολλήσουμε» για λίγο από τον υπολογιστή ή τα βιβλία και να επικοινωνήσουμε με τους φίλους μας ή να βγούμε μία βόλτα είναι σε ορισμένες περιπτώσεις η καλύτερη επιλογή που μπορούμε να κάνουμε. Κατά αυτόν τον τρόπο θα ξεκουραστούμε, αλλά και θα αντιμετωπίσουμε με ανανεωμένο ενδιαφέρον την έρευνά μας όταν επιστρέψουμε ξανά σε αυτή. Η επαφή με τη φύση είναι αρκετά σημαντική, γι’αυτό προσπαθήστε να εντάξετε στην μέρα σας, αν μη τι άλλο, σύντομες βόλτες για περπάτημα και φροντίστε να αφήσετε για λίγο τα τεχνολογικά μέσα στην άκρη.

Η τελευταία μου συμβουλή είναι να προσπαθήσετε να επιλέξετε ένα θέμα που θα κεντρίζει το ενδιαφέρον σας μέχρι το τέλος του εξαμήνου. Αυτό βέβαια είναι σε κάποιο βαθμό και ζήτημα τύχης, ωστόσο αν προσπαθήσουμε να επιλέξουμε ένα ερευνητικό ζήτημα που βρίσκεται στην σφαίρα των άμεσων ενδιαφερόντων μας, τότε είναι περισσότερο πιθανό να μην μας κουράσει και να έχουμε την όρεξη να ασχοληθούμε με αυτό μέχρι τέλους.

Αυτό ήταν το σημερινό μου άρθρο αφιερωμένο σε όλους τους φοιτητές που περνάνε ή θα περάσουν τα ίδια ζόρια. Εσείς τι συμβουλές θα δίνατε σε κάποιον που δουλεύει πάνω σε μία πανεπιστημιακή εργασία; Μην ξεχάσετε να το γράψετε στα σχόλια!

Exit mobile version