Σήμερα θα ήθελα να μιλήσω για το μυθιστόρημα του Δημήτρη Μίγγα, ”Έρως ανίατος”, το οποίο και διάβασα πρόσφατα. Με εξέπληξε ευχάριστα και μου κράτησε το ενδιαφέρον αμείωτο ως το τέλος. Πρώτα-πρώτα μου τράβηξε το ενδιαφέρον το εξώφυλλο, καθώς ήταν στα αγαπημένα μου χρώματα: κόκκινο, μαύρο και άσπρο και φυσικά, η περίληψη της υπόθεσης, όπως αναγραφόταν στο οπισθόφυλλο.
Πρωταγωνιστής, λοιπόν, στο μυθιστόρημα του Δ. Μίγγα είναι ο Νίκος Στεφανίδης, ένας καταξιωμένος μεσήλικας ηθοποιός με πάμπολλες θεατρικές επιτυχίες στο ενεργητικό του επάνω σε δύσκολους και σπουδαίους ρόλους τόσο του παγκόσμιου, όσο και του ελληνικού ρεπερτορίου. Μέσα από αναδρομές που γίνονται κατά τη διάρκεια της αφήγησης, είτε με την μορφή σκέψεων-αναμνήσεων του ίδιου του ήρωα, είτε μέσω των αναφορών που γίνονται από τον παντογνώστη αφηγητή, ο αναγνώστης πληροφορείται τη λαμπρή πορεία του Στεφανίδη, το πόσο αλαζονικός, ναρκισσιστής και παράφορος υπήρξε (κι εν μέρει εξακολουθεί να είναι), καθώς και τη δύναμη που είχε τόσο για να ‘’ανοίγει πόρτες’’ σε ηθοποιούς, όσο και για να κλείνει…
Από τη στιγμή όμως που αρχίζει η δράση του μυθιστορήματος, ο αναγνώστης παρακολουθεί την αχαλίνωτη πορεία πτώσης του Στεφανίδη που έρχεται αντιμέτωπος με τη φυσική φθορά του χρόνου, την ανεργία, την ματαίωση των ονείρων του, τον παραγκωνισμό από το θεατρικό συνάφι και μια κληρονομική άνοια που τον ‘’εγκλωβίζει’’ πρώιμα και αρχίζει να καταδυναστεύει το μυαλό του μέρα με την μέρα. Ο αναγνώστης παρακολουθεί τον Στεφανίδη να οδηγείται, σχεδόν σπαρακτικά αλλά και γενναία, στο τραγικό τέλος του δικού του έργου –ξαφνικά ισάξιο με το τέλος των σπουδαίων ρόλων που ερμήνευσε- έχοντας ως μοναδικό του στήριγμα το θέατρο – μέσα από την οπτική ρόλων (για παράδειγμα, του Άμλετ) προσπαθεί να αναλύσει την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει και τέλος, να την αποδεχτεί – αν και όχι να συμφιλιωθεί.
Σ’αυτή τη συγκυρία ο Νίκος γοητεύεται από την Όλγα, μια νεαρότερη του φιλόλογο, την οποία διεκδικεί και προβληματίζεται από την αρχική συμπεριφορά της. Όπως και στην περίπτωση του Νίκου, μαθαίνουμε μέσα από αναδρομές σιγά-σιγά τη τραγική ιστορία της Όλγας. Μέχρι που η ηρωίδα αποφασίζει να ανεξαρτητοποιηθεί από τα δέσμια των αφηγηματικών τεχνικών και της συγγραφικής φαντασίας κι έτσι ένα βράδυ, επισκέπτεται τον συγγραφέα ζητώντας του ουσιαστικά να της δοθεί το βήμα προκειμένου να αποκαλύψει εκτενώς το δικό της παρελθόν και να πάψει να αδικείται σε σχέση με τον καθόλα πρωταγωνιστή Στεφανίδη. Ο συγγραφέας σέβεται το αίτημά της κι έτσι σε ορισμένα σημεία έχουμε την μεταστροφή της τριτοπρόσωπης αφήγησης σε πρωτοπρόσωπη με τους δύο ήρωες να δρουν και να αφηγούνται μία σειρά γεγονότων από τη δική τους οπτική γωνία και ανεξαρτήτως της βούλησης του συγγραφέα. O αφηγητής-συγγραφέας τότε φέρνει στο μυαλό του μια ιστορία του Χόρχε Λουίς Μπόρχες (διακριτικά ”παρών” από αυτό το σημείο και μετά) όπου όλοι ζουν στο όνειρο κάποιου άλλου και δρουν βάσει των επιθυμιών αυτού…
Όλα αυτά συμβαίνουν με φόντο τη Θεσσαλονίκη – της οποίας γίνεται μια πλήρης χαρτογράφηση με τους δρόμους, τα θέατρα, τα στέκια, τα σοκάκια και σιγά-σιγά από τόπος παραδείσου μετατρέπεται σε μια παγίδα που καταπίνει και απομονώνει όλο και περισσότερο τον Στεφανίδη…
Δεν μπορώ να μην πιστεύω πως έχουμε εδώ να κάνουμε με ένα σπουδαίο και συναρπαστικό βιβλίο – μια όμορφη όαση για τη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία. Ο Δημήτρης Μίγγας, καταρχάς, λειτουργώντας σαν παντεπόπτης αφηγητής καταφέρνει να προσφέρει στον αναγνώστη μια ανάγλυφη περιγραφή τοποθεσιών, ανθρώπων, σκέψεων και συναισθημάτων τόσο περίτεχνα που μοιάζει να σκηνοθετεί και να μοντάρει τα πλάνα μιας κινηματογραφικής ταινίας. Η ψυχογράφηση των χαρακτήρων γίνεται με τρόπο ρεαλιστικό και σε πολλές περιπτώσεις ωμό, χωρίς ωστόσο να λείπει το στοιχείο της ανθρωπιάς και της ευαισθησίας. Ο Νίκος και η Όλγα είναι αμφότεροι εξ αρχής καταδικασμένοι –για διαφορετικούς λόγους ο καθένας- και βαθιά απελπισμένοι· το γεγονός αυτό τους κάνει να λειτουργούν τις περισσότερες φορές σπασμωδικά, σχεδόν αμυντικά ωστόσο έχουν την επίγνωση πως δεν είναι πλέον αυτοί σε μεγάλο βαθμό οι κύριοι της ζωής τους – ακολουθούν ένα μονοπάτι δρομολογημένο. Δε γίνεται ο αναγνώστης να μη συμπονέσει αυτούς τους δύο ήρωες και ταυτοχρόνως, να μη τους δικαιολογήσει.
Παρά τον ερωτισμό και την τραγικότητα που κυριαρχούν καθ’όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος, δεν έχουμε να κάνουμε με ένα μελοδραματικό, κοινότοπο βιβλίο. Φυσικά, η επίσκεψη της Όλγας στον συγγραφέα είναι ένα εξαιρετικό και συνάμα, πρωτότυπο τέχνασμα που σπάει για λίγο την ατμόσφαιρα που έχει προηγουμένως δημιουργηθεί προκαλώντας μια μικρή ασυνέχεια, ωστόσο γρήγορα τα πράγματα ξαναβρίσκουν τους ρυθμούς τους. Τέλος, στο βιβλίο γίνονται πολλές αναφορές σε θεατρικά έργα και αποσπάσματα τους, σημεία που θα λατρέψουν όσοι έχουν έστω και μια μικρή αδυναμία στο θέατρο.
Ο Δημήτρης Μίγγας γεννήθηκε το 1951 και κατάγεται από την Μεσσηνία. Είναι πτυχιούχος της φυσικομαθηματικής σχολής του πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάζεται ως καθηγητής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και ζει στη Θεσσαλονίκη. Το μυθιστόρημα «Έρως ανίατος» είναι το όγδοο βιβλίο του. Το 2000 τιμήθηκε με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου πεζογράφου του περιοδικού «Διαβάζω». Βιβλία του έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά και τα σέρβικα.
H περίληψη, όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο:
«Ένας συγγραφέας επιχειρεί να γράψει ένα μυθιστόρημα θέλοντας να μιλήσει για τη φθορά του σώματος και τις εκπτώσεις φιλοδοξιών και ονείρων. Ωστόσο ο ηθοποιός ήρωάς του (δίχως αυτό να είναι στα σχέδια του δημιουργού) ερωτεύεται μια μοναχική, ξεχωριστή και ιδιόμορφη γυναίκα. Ο συγγραφέας επιδοκιμάζει την πρωτοβουλία του και αποφασίζει να ασχοληθεί επιπλέον με την έκρηξη και τον αναπότρεπτο μαρασμό της ερωτικής σχέσης. Σελίδα τη σελίδα ξαναβρίσκουν όλα τον κανονικό ρυθμό. Ώσπου ένα απόγευμα η ηρωίδα επισκέπτεται τον συγγραφέα στο σπίτι του…
Κάποιες φορές οι ήρωες ανεξαρτητοποιούνται, λειτουργούν αυτόνομα, ακόμα και ανταγωνιστικά προς τον συγγραφέα. Από ένα σημείο και μετά είναι τέτοια η διαδοχή των γεγονότων, των σκηνών και των διαλόγων, που ο συγγραφέας δεν είναι σίγουρος για το πού θα οδηγήσουν οι ήρωές του τον ίδιο και το μυθιστόρημά του.»
Το βιβλίο εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2015 και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Reblogged στις Manolis.